Η Ευρώπη αντιμέτωπη με τις νομικές κατακτήσεις της
Μπορεί η Ευρώπη να καταφέρει να αντιμετωπίσει τον κορωνοϊό χωρίς να κάνει εκπτώσεις στις αρχές της; Αυτό υπήρξε από την αρχή το μεγάλο ερώτημα.
Η εμφάνιση του κορωνοϊού στη γηραιά ήπειρο υπήρξε η απαρχή για το δυσκολότερο crash test στις θεμελιώδεις κατακτήσεις του ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού. Πώς θα αντιμετωπίσει την πανδημία η Ευρώπη χωρίς να παραβιάσει το κράτος δικαίου που η ίδια οικοδόμησε; Είναι δυνατή η διαφύλαξη της δημόσιας υγείας χωρίς την παραβίαση της ιδιωτικότητας και των προσωπικών δεδομένων των πολιτών; Πώς θα σταθμιστούν τα δικαιώματα αυτά υπό το βάρος της πίεσης του χρόνου και του κινδύνου; Ποτέ ξανά δεν είχαν τεθεί τα διλήμματα αυτά σε τέτοια ένταση. Πολλοί ήταν αυτοί που υπήρξαν επιφυλακτικοί. Το κράτος δικαίου δεν μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά σε συνθήκες πανδημίας, έλεγαν. Η Ευρώπη πρέπει να αναστείλει θεμελιώδη δικαιώματα προκειμένου να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο.
Η Ευρώπη απέδειξε ότι δεν είναι διατεθειμένη να εγκαταλείψει τις αρχές της με την πρώτη μεγάλη κρίση.
Ωστόσο, στον πυρήνα του ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού βρίσκονταν πάντα τα δικαιώματα των πολιτών. Το δικαίωμά τους στην ιδιωτικότητα, να κρατούν για τον εαυτό τους βασικές πτυχές της ζωής τους. Το δικαίωμα στην προστασία των προσωπικών δεδομένων τους, να ελέγχουν κάθε πληροφορία που τους αφορά. Το δικαίωμα στη δημόσια υγεία, να απαιτούν από την Πολιτεία να λαμβάνει μέτρα για την προστασία της υγείας των πολιτών. Το δικαίωμα στην πληροφόρηση και στην έκφραση, να ενημερώνονται και να έχουν λόγο για όσα συμβαίνουν.
Τα δικαιώματα αυτά δεν τελούν εκ προοιμίου σε αρμονία. Υπό κανονικές συνθήκες συχνά συγκρούονται. Υπό τις έκτακτες συνθήκες του κορωνοϊού η σύγκρουση αυτή αναμενόταν σαφώς σφοδρότερη. Δικαίωμα στην ιδιωτικότητα σημαίνει να προφυλάσσεσαι από τον στιγματισμό του φορέα COVID-19, ταυτόχρονα όμως δικαίωμα στην πληροφόρηση σημαίνει να γνωρίζεις πού εντοπίστηκε κρούσμα, ώστε να προφυλαχθείς. Δικαίωμα στην υγεία σημαίνει να απαιτείς την καταγραφή και ιχνηλάτηση των κρουσμάτων, ταυτόχρονα όμως δικαίωμα στην προστασία προσωπικών δεδομένων σημαίνει να γνωρίζεις ότι, εάν το κρούσμα είσαι εσύ, οι πληροφορίες για την υγεία σου δεν θα φτάσουν εκεί όπου δεν πρέπει.
Η Ευρώπη είχε θεσπίσει τα δικαιώματα, είχε διαμορφώσει νομοθετικά και ερμηνευτικά τις δικλείδες για τη στάθμιση, είχε διαπλάσει τα κριτήρια για την οριοθέτηση της εφαρμογής (αναλογικότητα/αναγκαιότητα) και είχε συστήσει τα όργανα (επιτροπές, συμβούλια, εποπτικές αρχές). Και, παρά τις σοβαρές επιφυλάξεις, το σύστημα αυτό λειτούργησε.
Η καταγραφή κρουσμάτων έγινε χωρίς να χρειαστεί παρακολούθηση πολιτών από κινητά και κάμερες. Τα δεδομένα υγείας κυκλοφόρησαν ελεύθερα, αλλά μόνο μεταξύ φορέων που έπρεπε να έχουν πρόσβαση σε αυτά. Οι πολίτες ενημερώθηκαν για περιοχές εντοπισμού κρουσμάτων, ποτέ όμως δεν έμαθαν ονόματα ασθενών. Η θερμομέτρηση σε χώρους αυξημένης προσέλευσης εφαρμόστηκε, οι μετρήσεις όμως δεν καταγράφηκαν ποτέ. Οι πολίτες έβγαιναν από το σπίτι τους με αποστολή SMS, κανένα μήνυμα όμως δεν καταχωρήθηκε σε βάση δεδομένων.
Μπορεί όλα αυτά να φαίνονται αυτονόητα, αλλά μόνο αυτονόητα δεν είναι. Πολύ πιο εύκολο θα ήταν να αφήσουμε στην άκρη τα δικαιώματα των πολιτών και να λάβουμε αποφάσεις με μοναδικό γνώμονα τον άμεσο περιορισμό του κορωνοϊού. Απέναντι στην ολέθρια αυτήν ευκολία, η Ευρώπη επέλεξε τον δρόμο της στάθμισης, της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας. Σεβάστηκε τους κανόνες της, τίμησε τις παραδοχές της και συζήτησε τη λειτουργία τους υπό τα νέα δεδομένα.
Η προσπάθεια δεν έχει ολοκληρωθεί. Ο κορωνοϊός είναι ακόμη εδώ. Ήδη όμως η πρώτη μάχη έχει κερδηθεί. Η Ευρώπη, σε πείσμα όσων αμφέβαλλαν για τη σκοπιμότητα ή την αποτελεσματικότητα του εγχειρήματος, απέδειξε ότι έχει τη βούληση και τη γνώση να αντιμετωπίσει την πανδημία χωρίς να κάνει εκπτώσεις στον νομικό πολιτισμό της. Και αυτό είναι κάτι για το οποίο μπορούμε να είμαστε υπερήφανοι.